Ξεκίνησε την καριέρα του ως δημοσιογράφος, γελοιογράφος και ηθοποιός. Η συνεργασία του με τον Ροσελίνι στο σενάριο και στα σκηνικά για το νεορεαλιστικό αριστούργημα "Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη", καθώς και η παρακολούθηση από κοντά της ταινίας "Παιζά", του αποκαλύπτει τον κινηματογράφο.

Σεναριογράφος αρχικά σε μια σειρά κλασικών ταινιών , το 1951 περνάει στην σκηνοθεσία, επηρεασμένος από τον νεορεαλισμό. Από ταινία σε ταινία ανέπτυξε ένα προσωπικό ύφος, που αποπνέει την εύθυμη ποιητική μελαγχολία του τσίρκου και του παλιού βαριετέ και το γκροτέσκο της γελοιογραφίας. Ηγετική φυσιογνομία του ιταλικού κινηματογράφου και δημιουργός ενός εγωκεντρικού ποιητικού κόσμου, που απεικονίζεται δεξιοτεχνικά στις ταινίες του, μέσα από αυτοβιογραφικές ιστορίες, αναπολήσεις του παρελθόντος και αλλόκοτες ανθρώπινες φιγούρες.



Πολύ περισσότερο από τα κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ή τις ταινίες της ταινιοθήκης, ο νεαρός Φελίνι τρέφεται άπληστα από το μεγάλο θέαμα της ζωής. Μοιάζει να είναι κατά κάποιον παράδοξο τρόπο, συνεχιστής των ιστοριών αποξένωσης του Αντονιόνι, στις οποίες η σημασία των σπαρακτικών τοπίων αντικαθίσταται από τα γκροτέσκα "ανθρώπινα πρόσωπα" που συνθέτουν ιδιόμορφα ψυχολογικά τοπία.

Τον γοητεύουν οι πιο φανταστικές, πέρα της πραγματικότητας πλευρές του κόσμου, όπως επίσης οι εκκεντρικές και περιθωριακές ανθρώπινες φυσιογνωμίες: χαζοί του χωριού, τρελοί, κλόουνς, καλόγριες, νάνοι, γιγαντόσωμες πληθωρικές γυναίκες, κλπ.
Ο Φελίνι έδεινε πολύ μεγάλη σημασία στην επιλογή των προσώπων. Δημοσίευε μία αγγελία πριν γυρίσει μια ταινία και μετά έβλεπε μόνος του χιλιάδες ανθρώπους πριν επιλέξει τους κατάλληλους. Το κριτήριό του δεν ήταν η υποκριτική τους ικανότητα, αλλά η ιδιαιτερότητα της φυσιογνωμίας τους. Συχνά στις ταινίες του έχουν παίξει άνθρωποι, εντελώς άσχετοι με τον κινηματογράφο, είτε κανονικούς ρόλους, είτε ρόλους κομπάρσων.

"Η επιλογή των προσώπων των ηρώων μιας καινούριας ταινίας, είναι για μένα η πιο σημαντική και λεπτή φάση, είναι το αληθινό ξεκίνημα του ταξιδιού, αρχίζω να διαβλέπω τη μορφή της ταινίας μου, τη μορφή που πραγματικά θα έχει. Η απόφασή μου για την επιλογή ενός ηθοποιού δεν επηρεάζεται ποτέ από το παίξιμό του, από τις επαγγελματικές του ικανότητες. Έτσι δεν απέριψα ποτέ ηθοποιό εξ'αιτίας της απειρίας του. Για τις ταινίες μου αναζητώ πρόσωπα εκφραστικά, χαρακτηριστικά, που προκαλούν ενδιαφέρον, ταραχή, διασκεδάζουν με την πρώτη ματιά μόλις εμφανιστούν και προσπαθώ να τονίσω με το μακιγιάζ και τα κουστούμια, ότι θα μπορούσε να φανερώσει την ψυχολογία του ατόμου" (Φελίνι).


Οι μοναχικοί και κοινωνικά απομονωμένοι ήρωες του Φελίνι αναζητούν απελπισμένα την ευτυχία και μερικές φορές την βρίσκουν. "Με το έργο του δεν απεικόνισε απλώς την πραγματικότητα, αλλά κατασκεύασε με τα ίδια του τα χέρια ένα φανταστικό κόσμο από σκιές και φώς, πνεύματα και φαντάσματα, κατοικημένο από υπάρξεις φυσιλογικές, αλλά και ταυτόχρονα αλλοπαρμένες, που αιωρούνται ανάμεσα στη γη και τον ουρανό" (Θωμάς Λιναράς).

Εκείνο που χαρακτηρίζει τον Φελίνι είναι μια συνεχή και πετυχημένη ανάμειξη ρεαλιστικών και υπερρεαλιστικών στοιχείων, πραγματικότητας και ονείρων. Σ'αυτό να οφείλεται πιθανόν και ο χαρακτηρισμός του ως σκηνοθέτη - μάγου. "Σε μια δεύτερη, τρίτη και πολλαπλή ανάγνωση όμως, ανακαλύπτει κάποιος πέρα από το πρώτο πλάνο όπου προβάλλεται και κυριαρχεί η τρυφερότητα σε συνδυασμό με το χιούμορ, πως το μόνιμο φόντο του έργου του είναι μια αίσθηση θανάτου και τέλους. Μια αίσθηση αδιεξόδου και απόγνωσης, όπου η μόνη πιθανή σωτηρία μόλις που αχνοφαίνεται προς το τέλος κάθε ταινίας, μέσα από μια Θεία Χάρη, από ένα χαμόγελο, από τον ήχο μιας τρομπέτας, που έρχεται να απαλύνει την ψυχή του θεατή, ακριβώς τη στιγμή που δεν διακρίνει καμία διέξοδο" (Πλάτων Ριβέλλης).



Αισθητικά, το Φελινικό έργο μπορεί να ειδωδεί σαν μια απόπειρα του σκηνοθέτη να πραγματοποιήσει μία μετάβαση από αφηγήσεις που υπακούουν σε στερεότυπα (αφηγηματικά, ή ιδεολογικά) και κοινωνικές δεσμεύσεις, σε αφηγήσεις που αρνούνται κάθε λογική αιτιότητα, ελεύθερες από τους αφηγηματικούς κανόνες και τους νόμους της δραματουργίας.

Ξεκινώντας από το "Ντόλτσε Βίτα", ολοκληρώνοντας στο "Οκτώμισι", και συνεχίζοντας με τον ίδιο τρόπο στις επόμενες ταινίες του, ο Φελίνι αρνείται ολοένα και περισσότερο (ποτέ όμως ολοκληρωτικά) τις κλασικές δραματουργικές συμβάσεις του κινηματογράφου. Ενώ μέχρι την "Ντόλτσε Βίτα" ("Γλυκιά Ζωή"), ο αφηγηματικός ιστός των ταινιών του αποτελείται από επεισόδια, που διατηρούν μια στενή αιτιοκρατική σχέση μεταξύ τους (το κάθε επεισόδιο εξαρτάται νοηματικά από το προηγούμενο και το επόμενο) και τα πρόσωπα υπακούουν σε μια προκαθορισμένη τυπολογία (όλα αυτά βασικά χαρακτηριστικά του κλασικού κινηματογράφου), απο κει και έπειτα η δραματική πλοκή αρχίζει να γίνεται ισχνή (οι χαρακτήρες δεν αναπτύσσονται, τα πρόσωπα περνούν από την οθόνη για να χαθούν στο βάθος της εικόνας), και η αφήγηση να ελευθερώνεται από τα δεσμά του ακαδημαισμού.

Τα επεισόδια - ενότητες αρχίζουν πλέον να έχουν χαλαρή σχέση μεταξύ τους, δεν διατηρούν στενή σχέση με τα προηγούμενα ή τα επόμενα (αποκτούν μια αυτονομία), δεν προωθούν δυναμικά την δράση και ο μόνος που απομένει για να συγκρατήσει τα βλέμματα των θεατών και να διατηρήσει την συνοχή των έργων είναι ο κεντρικός ήρωας. Η αφήγηση αρχίζει πλέον να γίνεται αποσπασματική, ιδίον αυτό του μοντέρνου κινηματογράφου



Η αποσπασματική αφήγηση, η σταδιακή ανάδυση του υποκειμενικού στοιχείου με τη μετάβαση από την τριτοπρόσωπη αφήγηση, στην αφήγηση σε πρώτο ενικό πρόσωπο που επιτρέπει την απεικόνιση του εσωτερικού κόσμου - το κινηματογραφικό ανάλογο του εσωτερικού μονολόγου στη λογοτεχνία - η αναγωγή του ρεαλιστικού χαρακτήρα του χώρου σε τοπίο όπου διαδραματίζονται τα δράματα και οι περιπέτειες της ψυχής ("Καζανόβας", "Σατυρικόν"), η εκτεταμένη χρήση του συνειρμού ως συνδέσμου των επεισοδίων της αφήγησης (απόρροια της αφήγησης στο πρώτο πρόσωπο), κ.α. είναι μερικά από τα σημαντικότερα αισθητικά γνωρίσματα των ταινιών του Φελίνι, από την "Γλυκιά Ζωή" και μετά.

"Οι αφηγήσεις στις ταινίες της δεύτερης περιόδου οικοδομούνται πάνω στα θεμέλια του ονείρου και στις λειτουργίες της μνήμης: Ο θεατής κυριαρχείται από την αίσθηση ότι αποτελεί έναν προνομιακό συνομιλητή - ή μάλλον έναν ευνοούμενο ακροατή - στον οποίο ο σκηνοθέτης ( ή ο ήρωας) εκθέτει κρυφές (ή λιγότερο κρυφές) πλευρές μιας βιωμένης πραγματικότητας, απόλυτα προσωπικής" (Δημήτρης Μπάμπας).
(Αποσπασματική αφήγηση χαρακτηρίζεται εκείνη η αφηγηματική δομή στην οποία αίρεται ο ισχυρός δεσμός σύνδεσης και η αυστηρή αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των επεισοδίων. Καθώς αυτά διατηρούν μια χαλαρή σχέση μεταξύ τους και ορισμένες φορές δεν υπακούουν σε καμιά δραματουργική αναγκαιότητα, το τελικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από αποσπασματικότητα)
.

Ο Φεντερίκο Φελίνι υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στον παγκόσμιο κινηματογράφο, ο οποίος κατάφερε να διατηρήσει αλώβητο το αθώο και ποιητικό παιδικό βλέμμα απέναντι στην πραγματικότητα, αυτό που οι περισσότεροι χάνουμε με την ενηλικίωσή μας, δημιουργώντας έτσι ένα από τα πιο γοητευτικά κινηματογραφικά σύμπαντα, για το οποίο o δικός μας Μάνος Χατζιδάκης, λάτρης του Φελίνι, είπε: " Ο Φελινικός κόσμος είναι ένας κόσμος από βιώματα, μνήμες και αθέατες μελλοντικές ήττες και επιβολές". Εξ'αιτίας αυτού του καθάριου βλέμματος εξάλλου, το ιταλικό Μίκυ Μάους, αμέσως μετά τον θάνατό του, του αφιέρωσε ένα ολόκληρο τεύχος, όπου όλα τα ζωάκια μεταφέρουν από χέρι σε χέρι ένα βραβείο Oscar, μέχρι να του το παραδώσει η Μίνι.



Οι σημαντικότερες ταινίες του Φελίνι είναι: "Βιτελόνι" (1953) μια τοιχογραφία της ζωής στην επαρχία που την χαρακτηρίζει μια σπάνια αυθεντική ματιά, ειρωνική, τρυφερή και συνάμα μελαγχολική, "La strada - Ο δρόμος" (1954), το σπαρακτικό πορτρέτο μιας φτωχής κοπέλας που εξουσιάζεται από ένα αγριάνθρωπο, μια παράδοξη τσαπλινική παραβολή πάνω στην αδυναμία επικοινωνίας και στην μοναξιά, "Οι νύχτες την Καμπίρια" (1957) πορτρέτο μιας απλοικής και συμπαθητικής πόρνης που παρά τις απογοητεύσεις της δεν παύει να πιστεύει στην Αγάπη, "Γλυκιά ζωή - Dolce Vita" (1960), το πρώτο μεγάλο αριστούργημα του, καθρέφτης μιας κοινωνία και των ηθών της, μια ταινία που ξεσηκώνει, προκαλεί σκάνδαλό, γίνεται μύθος (στην ελληνική γλώσσα, ίσως και σε άλλες, ο τίτλος της έχει περάσει στην καθομιλουμένη για να σημάνει την τρυφηλή και έντονη νυχτερινή ζωή, όπως και το "παπαράτσι" από το επίθετο του ήρωα της ταινίας), "Οκτώμισι" (1963), το άλλο μεγάλο αριστούργημά του, για πολλούς μία από τις δέκα καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, η πιο διάσημη κινηματογραφική αυτοβιογραφία, μία ταινία για την οποία ο Τρυφώ έγραψε ότι είναι η ταινία που κάθε σκηνοθέτης ονειρεύεται να κάνει και που θα έπρεπε να μάθει απ'έξω, μια ιστορία ενός ανθρώπου σε υπαρξιακή κρίση, αλλά και ενός καλλιτέχνη (σκηνοθέτη) που η έμπνευση τον έχει εγκαταλείψει, "Η Ιουλιέτα των πνευμάτων" (1965), η πρώτη έγχρωμη ταινία του Φελίνι με σπουδαία δουλειά στα χρώματα, "Amarcord" (1973), μία πανέμορφη και νοσταλγική ταινία πάνω στην παιδική ηλικία του Φελίνι, έξοχη τοιχογραφία των ηθών ενός χωριού της επαρχίας, κ.α.