Νίτσε Φρειδερίκος (1844 - 1900)
Γεννήθηκε σε ένα πολύ θρησκευόμενο σπίτι κληρικού και σπούδασε αρχικά Θεολογία και Αρχαία Φιλολογία, υπό την επίδραση των εργασιών του Σόπενχάουερ εστράφη όμως στη Φιλοσοφία. Ήδη πριν από την ολοκλήρωση των σπουδών του διορίστηκε καθηγητής της κλασικής Φιλολογίας στη Βασιλεία (Ελβετία). Αποφασιστική επίδραση στο πρώιμο έργο του Νίτσε είχε η γνωριμία του με το μουσικό Βάγκνερ, η οποία απεικονίζεται ιδίως στο έργο «Η γέννηση της τραγωδίας» (1872), με το οποίο προσπαθεί να εξηγήσει την αρχαία ελληνική τραγωδία στο πνεύμα της αντίθεσης μεταξύ τού απολλώνιου και του διονυσιακού.
Τη φιλία με τον Βάγκνερ ακολούθησε η αποξένωση και τελικά η πλήρης διακοπή σχέσεων το 1878, όταν ο Βάγκνερ σχολίασε χλευαστικά διάφορες προσπάθειες μουσικών συνθέσεων του Νίτσε. Λίγο μετά εγκατέλειψε ο Νίτσε και τη θέση τού καθηγητή για λόγους υγείας. Στα έτη 1883-85 κυκλοφόρησε το τριμερές έργο του «Τάδε έφη Ζαρατούστρας», στο οποίο παρουσιάζει τις ιδέες του για τον υπεράνθρωπο και την αιώνια επάνοδό του στο προσκήνιο. Σ' όλο το έργο του αντιπαραθέτει ο Νίτσε αφενός τα «ηρωικά πρόσωπα» μιας κοινωνίας και αφετέρου την «αγέλη». Οι πρώτοι είναι οι φορείς του πολιτισμού και πρέπει να βρίσκονται υπεράνω ηθικών δεσμεύσεων, ενώ η ισχύουσα ηθική αφορά τους ανθρώπους της αγέλης. Πρόκειται δηλαδή για μια αριστοκρατική αντίληψη της κοινωνίας που αντιτίθεται στη δημοκρατία και το σοσιαλισμό, αλλά και στις θρησκείες, οι οποίες επιχειρούν να επιβάλουν αδιάκριτα τις ηθικές τους αξίες.
Το 1889 εισήχθη ο Νίτσε σε κλινική στο Τορίνο λόγω ψυχικής καταρρεύσεως. Τα τελευταία 11 χρόνια της ζωής του παρήλθαν σε κατάσταση άνοιας λόγω εγκεφαλικής παραλύσεως από αφροδισιακό νόσημα.
|